Δεν είναι φούρνος, δεν είναι τυροπιτάδικο, δεν είναι καφέ, δεν είναι ζαχαροπλαστείο. Αλλά είναι και λίγο απ’ όλα αυτά. Είναι το Α λα γκρεκ, το μεράκι του Κωστή Κωστάκη και του Γιάννη Πετρή, ένα υπέροχο μικρό-μεγάλο μαγαζάκι στο Χαλάνδρι που στις προθήκες, τα ράφια και τα τραπέζια του χωράει απίστευτα καλούδια, χειροποίητα όλα, φτιαγμένα α λα ελληνικά, με αγνά υλικά, παραδοσιακές συνταγές από την Κρήτη αλλά και την υπόλοιπη Ελλάδα και με πολύ πολύ κόπο από τα χέρια τους.
Ο καφές που σερβίρουν στα 2-3 τραπεζάκια της μικρής πλατείας μπροστά από το μαγαζί είναι κι αυτός ψαγμένος και μερακλής κι αν δεν το έχεις επισκεφτεί ακόμα μην το αναβάλεις άλλο. Ξεκίνα για μια γαλατόπιτα κι έναν ελληνικό καφέ στο μπρίκι και δεν αποκλείεται να φύγεις φορτωμένος με κουλουράκια, παξιμαδάκια, ξεροτήγανα, σταφιδωτά, τσουρέκια και μια σακούλα ανεβατά ψωμάκια με γλυκάνισο.
Ο Κωστής Κωστάκης είναι σεφ, σπουδαίος μάστορας του ζυμαριού και της πίτας και ο δημιουργός του καταπληκτικού βιβλίου «Πίτες από Χέρι» με παραδοσιακές πίτες από όλη την Ελλάδα και όχι μόνο που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός. Είναι επίσης ένας δίμετρος κρητικός γίγαντας με παχύ μουστάκι, χαμόγελο αγγέλου που σκοτώνει και δυο μάτια που κι αυτά σου χαμογελούν καθώς σε κοιτούν κατάισια και σου φωνάζουν από μακριά «αγάπα με». Ο Γιάννης Πετρής ο συνεταίρος του είναι ψυχολόγος, μια ήρεμη δύναμη με κατάμαυρα μαλλιά και ζεστό χαρακτήρα που το έχει και με τη διακόσμηση και είναι εκείνος που έχει μετατρέψει το Αλα γκρεκ σε σάλα παλιού αστικού σπιτιού, με σεμεδάκια και μουράνο καράφες, μπακιρένιους δίσκους και ποτηράκια. Ο Κωστής μου μαρτύρησε πως έχει γίνει και ειδικός στα τσουρέκια του μαγαζιού.
Η κρίση των τελευταίων ετών τους ώθησε να ενώσουν τις δυνάμεις και το μεράκι τους για να αναπαράξουν και να προσφέρουν στον κόσμο ό,τι αυθεντικό και νόστιμο είχαν γνωρίσει κι οι ίδιοι σαν παιδιά στις ιδιαίτερες πατρίδες τους, τη Βασιλική, ένα μικρό χωριό έξω από την Ιεράπετρα και την Άνδρο αντίστοιχα. Και πριν 4 περίπου χρόνια στην οδό Αγ. Παρασκευής, στο σημείο που ο δρόμος αρχίζει να θυμίζει γειτονιά και να γίνεται λίγο πιο ήσυχος από την τρέλα του κέντρου του Χαλανδρίου, κάπου ανάμεσα σε άλλα μικρά μαγαζάκια άνοιξαν το Αλα γκρεκ τους. Ο φούρνος του ψήνει από το πρωί τα πάντα εκτός από ψωμί. Γύρω στις επτάμισι, ο Κωστής ξεφουρνίζει τις πρώτες τυρόπιτες σπάζοντας τη μύτη των περαστικών και των δύσμοιρων γειτόνων που του χτυπούν επίμονα το τζάμι να τους ανοίξει να πάρουν τις πρώτες πρωινές.
Για να γίνει αυτό, ο Κωστής χρειάζεται να ξυπνά από τις 4 τα αξημέρωτα κάθε μέρα για να πιάνει και να αναπιάνει τα ζυμάρια που ζυμώνει με το δικό του προζύμι που στη συνέχεια μετατρέπει σε λαδένια Κιμώλου, πιροσκί με πατάτα ή λουκάνικο, γκιουζλεμέδες με κιμά, στριφτή σκοπελίτικη τυρόπιτα, κυπριακή ταχινόπιτα, μικρασιατική πίτα σαν διπλωμένη κρέπα με μάραθο, σπανάκι και τυρί ή με κιμά και τυρί, κρητικά παρθενοπιτάκια με μαλακή ζύμη γεμιστά με ξινομυζήθρα, ανθότυρο και δυόσμο, σταφιδόψωμο, πεϊνιρλί, χανιώτικο μπουρέκι, καταπληκτική κολοκυθόπιτα και πολύσπορη τυρόπιτα κουρού με ανθότυρο. Γενικότερα οι πίτες του αλλάζουν ανάλογα την εποχή, την εποχικότητα των υλικών και την έμπνευση της ημέρας.
Αυτή την εποχή τα ράφια ξεχειλίζουν από κουραμπιέδες, μελομακάρονα και δίπλες και με το χέρι στην καρδιά είναι ότι πιο νόστιμο κι αυθεντικό έχω δοκιμάσει τελευταία.
Ολοχρονίς όμως θα βρεις τους κουραμπιέδες χωρίς ζάχαρη, μπισκότα λεμονιού, τα θεϊκά μανταρινάτα σουσαμένια λαδοκουλουράκια που ζυμώνει με πολτό από μανταρίνια χιώτικα, διπλώνει κοτσιδάκια και πασπαλίζει με σουσάμι, κριτσίνια με ζέα, με πετιμέζι και με χαρούπι, κριθαρένια παξιμάδια και κουλούρες και πολλά άλλα γαργαλιστικά. Να μην ξεχάσω τα κόλλυβα βέβαια που βρίσκετε καθημερινά, φρέσκα ημέρας. Όσο για την προέλευση των συνταγών είναι από μαμάδες, γιαγιά, νονά, θείες, χιλιοδοκιμασμένες και σπιτικές όλες. Οι πρώτες ύλες όσο γίνεται έρχονται από την Κρήτη (τυριά, ελαιόλαδο, πορτοκάλια κλπ), αλλά σε κάθε περίπτωση είναι πρώτης ποιότητας.
Το μόνο που έχω να προσθέσω είναι η ευχή να πιάσουν τόπο τα σεμινάρια για επαγγελματίες που κάνει ο Κωστής πάνω στην τέχνη της πίτας και το παράδειγμά του να μιμηθούν κι άλλοι συνάδερφοί του, έτσι ώστε να φάει ο κόσμος και να ευχαριστηθεί ελληνική πίτα για να μάθει τι σημαίνει πραγματικά και να τη συγκρίνει με όλα τα κατεψυγμένα αλλά φρεσκοψημένα κατά τα άλλα σκουπίδια που του σερβίρουν αριστερά-δεξιά.