Στο πρόσφατο ταξίδι μου στο νησί δεν είχα την τύχη να συναντηθώ καμιά φορά με τη monachus monachus, είδα όμως χιλιάδες πεύκα, κολύμπησα σε κρυστάλλινα νερά και κάθε μέρα έτρωγα φρέσκο ψάρι και τόνο Αλοννήσου. Φυσικά, πήρα και μερικά βαζάκια μαζί μου στην Αθήνα…
Η Αλόννησος έχει το μικρότερο πληθυσμό και σχετικά πιο δύσκολη πρόσβαση από τα υπόλοιπα νησιά του συμπλέγματος των Βορείων Σποράδων. Χάρη στους Ferryhopper ανακάλυψα πως ο πιο σύντομος δρόμος για να την προσεγγίσεις από την Αθήνα είναι το λιμάνι του Μαντουδίου στη Βόρεια Εύβοια. Από κει το καράβι θέλει μόνο μιάμιση ώρα να σε πάει στο νησί και είναι το πρώτο λιμάνι που πιάνει. Αν βάλεις άλλες δυόμιση ώρες δρόμο με το αυτοκίνητο, έχουμε σύνολο τέσσερις ώρες. Μαζί με τις αναμονές και τις καθυστερήσεις πάμε στο πεντάωρο. Το αξίζει όμως και με το παραπάνω. Έχει ακτοπλοϊκή σύνδεση και με το λιμάνι του Βόλου, ελπίζω σύντομα και με τον Άγιο Κωνσταντίνο. Μπείτε στο www.ferryhopper.com να τσεκάρετε δρομολόγια.
Η Αλόννησος όπως και οι υπόλοιπες Σποράδες οι αδερφές της είναι καταπράσινα νησιά, σαν κομμάτια Πήλιο ρηγμένα στο πέλαγος. Εκεί είδα πάντως τα περισσότερα πεύκα που έχω δει σε νησί και μια βλάστηση τόσο «τσαμπουκαλεμένη» ας μου επιτραπεί η έκφραση, που ακόμα κι οι ασβεστωμένοι τοίχοι των σπιτιών στη Χώρα -που οι ντόπιοι λένε Παλιό Χωριό- ανθίζουν!
Νομίζω πως το πράσινο εδώ διακόπτεται μόνο από τους δρόμους και από τη δόμηση. Αν το μπλε στοιχείο της θάλασσας δεν ήταν τόσο έντονο να σφιχταγκαλιάζει το νησί από παντού και να φοντάρει σε κάθε δυνατή πόζα του, εύκολα θα ξεχνούσες πως είσαι σε νησί και θα νόμιζες πως βρίσκεσαι σε ένα απέραντο πευκόδασος. Οι παραλίες του -με λευκό ψιλό βότσαλο οι περισσότερες- είναι η μια καλύτερη από την άλλη, με νερά κρύσταλλα να κοινωνείς τη θάλασσα και να μη χορταίνεις ευλογία. Είχα την τύχη να δω την παραλία του Αγίου Δημητρίου ένα προχωρημένο απόγευμα λίγο πριν δύσει ο ήλιος -βασικά πριν γεμίσει με τους καλοκαιρινούς τουρίστες που επιδίδονται στα θαλάσσια σπορ- και είναι μια εικόνα που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου. Ούτε η ψυχή μου θα ξεχάσει και στην ανάμνησή της θα βρίσκει πάντα ένα καταφύγιο να ηρεμεί. “Σοκ και δέος” όπως αναφώνησε η φίλη μου η Ελένη Ψυχούλη μόλις την αντίκρισε. “Παιδιάααα, δεν υπάρχουν αυτά τα νερά”. Κι όμως υπάρχουν Ελένη!
Η ευρύτερη θαλάσσια περιοχή της Αλοννήσου είναι πλούσια σε αλιεύματα, από τις πιο πλούσιες του Αιγαίου. Εδώ βρίσκει καταφύγιο η μεσογειακή φώκια monachus monachus και αλιεύονται αστακοί και πολυάριθμα ψάρια, ανάμεσά τους και το διάσημο πλέον λευκοκίτρινο τονάκι Αλοννήσου. Η επίσημη ονομασία του είναι μακρύπτερος τόνος ή thunnus alalunga και φτάνει σε βάρος τα 15-17 κιλά. Εκτός από αυτόν τον τόνο ψαρεύεται και ο ερυθρός τόνος (τούνα ή thunnus thynnus ή γαλαζοπτέρυγος τόνος) από 50 έως 300 κιλά αλλά και ο πιο σπάνιος κιτρινόπτερος (Thunnus Albacares) – αυτός πάει Ιαπωνία κυρίως. Η παλαμίδα, το καρβούνι, το ορκύνι, το ακανθορίκι, το κοπάνια είναι συγγενή ψάρια που ανήκουν στην οικογένεια των τονοειδών και αλιεύονται σε μεγέθη που ποικίλουν.
Η εποχή του ψαρέματος του τόνου κρατάει από τα μέσα Σεπτέμβρη ως το Δεκέμβρη περίπου. Τα καΐκια ξεκινούν μετά τα μεσάνυχτα από τον βορινό όρμο του Γέρακα και καλάρουν τα παραγάδια, ανηφορίζοντας προς το Άγιο Όρος. Όσος τόνος δεν εξάγεται στην Ιαπωνία περνάει από επεξεργασία και γίνεται κονσέρβα δίχως συντηρητικά σε γυάλινα βαζάκια. Τα στάδια επεξεργασίας του είναι τα εξής: πλύσιμο, κόψιμο, καθάρισμα, αφαίρεση του δέρματος, τεμαχισμός, βράσιμο για 3 ώρες περίπου σε νερό με θαλασσινό αλάτι μέχρι να σκληρύνει το τρυφερό κρέας του και να στέκεται χωρίς να διαλύεται, στέγνωμα, κάποιες φορές και κάπνισμα. Ο τόνος σε μορφή φιλέτων ή τρίμματος διατηρείται έως και 5 χρόνια σε αποστειρωμένα βάζα μέσα σε ελαιόλαδο, ηλιέλαιο, αραβοσιτέλαιο ή απλώς σε νερό. Η υψηλή τιμή του δικαιολογείται από τη μεγάλη φύρα που έχει κατά την παρασκευή του –αν σκεφτείς πως αξιοποιείται το 1/3 περίπου του βάρους του κάθε ψαριού.
Δύο είναι τα πιστοποιημένα παρασκευαστήρια τόνου στην Αλόννησο, το Alelma και η Αλλονησιώτισσα. Ωστόσο τόνο σε βάζο φτιάχνουν και διάφορα μαγαζιά και πολλές γυναίκες στο σπίτι τους. Όταν μιλάμε για τόνο Αλοννήσου εννοούμε τον alalunga, ωστόσο στα βαζάκια μπαίνουν κάποιες φορές κι άλλα είδη, κυρίως στις σπιτικές παρασκευές και δεν υστερούν καθόλου σε γεύση. Η παραγωγή του πάντως είχε ξεκινήσει από τον Γυναικείο Αγροτουριστικό Συνεταιρισμό ΙΚΟΣ, ο οποίος καταπιάνεται πλέον μόνο με παραδοσιακά γλυκά. Τα Αλοννησιώτικα γλυκά είναι ξεχωριστό κεφάλαιο και σκοπεύω να ασχοληθώ ξεχωριστά μαζί τους.
Για να επιστρέψω στον τόνο θα σας πω πως ο τόνος δεν είναι ένα ψάρι που συνήθιζαν να ψαρεύουν και να τρώνε οι Αλοννησιώτες, ούτε ήξεραν να τον επεξεργάζονται και να τον κάνουν κονσέρβα. Το τονάκι είναι ένα μεταναστευτικό είδος που κινείται από τη Μαύρη Θάλασσα προς τον Ατλαντικό για να βρει τροφή και για να αναπαραχθεί. Κάνοντας αυτό το ταξίδι το τονάκι περνάει και από τα δικά μας νερά. Η αλίευσή του ξεκίνησε το 1985 και ήρθε από το Πόρτο Κουφό (Χαλκιδική) από τους εκεί ψαράδες που είχαν ξεκινήσει να τον ψαρεύουν νωρίτερα. Με την πρώτη παραγωγή του Αλιευτικού Συνεταιρισμού ήρθε στο νησί κάποιος ιχθυολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Μεσσίνας της Σικελίας για μελέτες πάνω στον τόνο και για να παρακολουθήσει και τη διδακτορική διατριβή της Πέρσας Μεγαπάνου. Εκείνος ήταν που έμαθε τη συνταγή στο Γιάννη Βλάικο, οικονομικό σύμβουλο τότε του Αλιευτικού Συνεταιρισμού κι αφού την έφτιαξε ο ίδιος, την διέδωσε στην Κατίνα Θεοδώρου και σε άλλους κι έτσι ο τόνος ξεκίνησε να παράγεται από το Συνεταιρισμό Γυναικών Αλοννήσου αλλά και από τις γυναίκες του νησιού στο σπίτι τους για κατ’ ιδίαν χρήση. Αυτό τον τόνο γνωρίσαμε σαν τόνο Αλοννήσου, αλλά ο Συνεταιρισμός έχει σταματήσει να τον παράγει πια. Η κυρία Κατίνα Θεοδώρου όμως τον φτιάχνει ακόμα και γνωρίστηκα μαζί της στην Στενή Βάλα στο ΙΚΙΟΝ που σήμερα είναι ένα μοντέρνο bistro bar – super market & gift shop, diving center αλλά και ενοικιαζόμενα δωμάτια.
Από διατροφικής άποψης ο τόνος έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά (46,1 ανά 100γρ.), είναι πλούσιος σε πρωτεΐνες (18,7 ανά 100γρ.) και σε λιπαρά ωμέγα-3 που βοηθούν στη μείωση της χοληστερόλης και συμβάλλουν στην πρόληψη καρδιαγγειακών παθήσεων. Τον αλοννησιώτικο τόνο τον απολαμβάνουμε σαν μεζέ από μόνο του με τσίπουρο και ούζο. Επίσης τον βάζουμε σε σάντουιτς, σαλάτες, ντιπ, πατέ και φτιάχνουμε μαζί του φοβερές σάλτσες, μακαρονάδες, μπιφτέκια και κεφτεδάκια.