Μένω στην Αθήνα σε μια περιοχή που μου επιτρέπει να προσεγγίζω με τα πόδια το Μέγαρο Μουσικής, τον Πύργο Αθηνών, το Σύνταγμα, το Ζάππειο, την πλατεία Κλαυθμώνος. Δεν ξέρω γιατί, αλλά Ομόνοια δεν φτάνω ποτέ. Από κει περνάω μόνο με το αυτοκίνητο. Το Σάββατο που μας πέρασε, ύστερα από προτροπή της κολλητής μου αποφασίσαμε να πάρουμε το μετρό και να πάμε «εκδρομή» στην Ομόνοια για λουκουμάδες. Κι όταν ο άνθρωπος που μπορεί να ζήσει την υπόλοιπη ζωή του χωρίς κόκκο ζάχαρης σου κάνει τέτοια πρόταση, είσαι εσύ αυτή που φτάνεις πρώτη και περιμένεις να φανεί στην είσοδο του Μετρό του Μεγάρου Μουσικής. Ελάτε μαζί μας…
Οι μικροσκοπικοί χανιώτικοι λουκουμάδες του Κτιστάκη
Για να συναντηθείς μαζί τους θα βγεις στην πλέον γνωστή, κυκλική πλατεία που η ανάπτυξη κατάφερε να τετραγωνίσει. Θα κατέβεις την Αγ. Κωνσταντίνου και θα στρίψεις στη Σωκράτους. Στο νούμερο 59 σταμάτα και σπρώξε την πόρτα. Πιάσε ένα από τα μαρμάρινα τραπεζάκια με τις παλιές βιεννέζικες καρέκλες, δώσε την παραγγελία σου και περίμενε.
Ο Θοδωρής Κτιστάκης είναι τρίτη γενιά λουκουματζής, δημιουργός ενός ιδιότυπου μικρού διπλοτηγανισμένου λουκουμά που δεν κολυμπάει στο μέλι κι αφράτο δεν τον λες. Στεγνός και ξερός εξωτερικά αυτός ο λουκουμάς είναι πασπαλισμένος με σουσάμι και κανελοζάχαρη άχνη κι όσο σιρόπι του αντιστοιχεί το κρατάει μέσα του, δεν το έχει σε κοινή θέα. Μόλις σου τον σερβίρουν παρέα με άλλους 9 στο μικρό μεταλλικό πιατάκι του, αν δεν ξέρεις ίσως παραξενευτείς. Μην βιαστείς να βγάλεις συμπεράσματα και βάλε τον πρώτο στο στόμα. Μετά το κρακ της πρώτης δαγκωνιάς το πλούσιο κανελάτο σιρόπι θα σε πλημμυρίζει. Είναι η στιγμή που κλείνεις τα μάτια και απολαμβάνεις με ένα παρατεταμένο μμμμ!
Ο παππούς Κτιστάκης έμαθε την τέχνη αυτού του λουκουμά σε ζαχαροπλαστείο της Αλεξάνδρειας κι επέστρεψε στα Χανιά το 1912 για να φτιάξει το δικό του μαγαζί. Μετά το θάνατό του το 1950 τα παιδιά του μετέφεραν την τέχνη του στην Αγ. Κωνσταντίνου 7 στην Ομόνοια. Το 1996 το μαγαζί μετακόμισε στρίβοντας στην οδό Σωκράτους.
Ο εγγονός του ο Θοδωρής 28 χρόνια τώρα προετοιμάζει κάθε μέρα τους λουκουμάδες της επόμενης. Τον παρακολουθώ να τους χορεύει μέσα στο καυτό λάδι, να τους βγάζει καυτούς από τη φριτέζα και να τους μπανιάρει στο κρύο σιρόπι, να τους σερβίρει στο πιατάκι και να τους πασπαλίζει από πάνω με σουσάμι, κανέλα και μια πρέζα αγάπη. Δουλεύει κι από τη μεγάλη τζαμαρία του μαγαζιού του παρακολουθεί παράλληλα σαν από γιγαντοοθόνη την καρδιά της Αθήνας να χτυπά πότε σε γοργούς και πότε σε αργούς ρυθμούς, την ανθρωπογεωγραφία της να αλλάζει, τις μυρωδιές της να αλλοιώνονται, τα χρώματά της να γκριζάρουν, τα καλοκαίρια να διαδέχονται τους χειμώνες της. Και μπορεί ο ίδιος να κοιμάται όπως λέει στην Νέα Σμύρνη, όμως όλη του τη ζωή την έχει ζήσει στο Κέντρο κι αυτή την πόλη δεν την αλλάζει με τίποτα. Ούτε κι εγώ Θοδωρή κι ευτυχώς υπάρχουν ακόμα άνθρωποι σαν κι εσένα που παρεμβάλουν λίγο ασπρόμαυρο φιλμ από παλιό καλό σινεμά, σαν όαση στη χυδαία προκάτ τηγανίλα που μας έχει κατακλύσει από παντού με bonus φτηνή πραλίνα σοκολάτας-φουντουκιού στην κορφή. Οι λουκουμάδες του Kτιστάκη είναι οι μόνοι που τρώγονται κρύοι την επόμενη και τη μεθεπόμενη. Έχουν μάλιστα ταξιδέψει μέχρι και την Αμερική για να γλυκάνουν ξενιτεμένα στόματα και τα κατάφεραν περίφημα!
Info:Σωκράτους 59, τηλ.: 2105240891
Λουκουμάδες από… Στάνη
Όταν το Μετρό ή ο Ηλεκτρικός σε βγάλουν στην Ομόνοια, ακολούθησε την έξοδο Μαρίκας Κοτοπούλη και στο νούμερο 10 του πεζόδρομου θες δε θες θα πέσεις μες στη Στάνη. Ο παππούς Νικόλαος Καραγεώργος αρχικά άνοιξε το γαλακτοπωλείο του στον Πειραιά, το 1931. Οι βομβαρδισμοί του Πειραιά κατά τη διάρκεια του πολέμου τον υποχρέωσε να μεταφέρει τη Στάνη του στην Αθήνα.
Σήμερα ο εγγονός του ο Θανάσης συνεχίζει απτόητος μέσα στους …βομβαρδισμούς της σύγχρονης πραγματικότητας και στην πιο δύσκολη περιοχή της Αθήνας επιμένει πεισματικά και με χαμόγελο στην ποιότητα, επιλέγοντας τα πιο αγνά υλικά – προμηθεύεται γάλα από μικρό παραγωγό στην Ορεινή Κορινθία, αβγά από οικογενειακή φάρμα στα Μέγαρα, μέλι από τη Λακωνία- για τα λίγα μα εκλεκτά που παράγει. Όλα με μια ματιά μπορείς να τα δεις στην προθήκη του μαγαζιού: Γιαούρτι αγελαδινό, πρόβειο και κατσικίσιο, κρέμα βανίλια, κρέμα σοκολάτα και ρυζόγαλο στο πιάτο, ανθόγαλο, μια μικρή συλλογή από πάστες όπως το ποντικάκι, η σοκολατίνα, η αμυγδάλου, το ντόμινο, αλλά και το μιλφέιγ σε extra large εκδοχή. Άμα πιάσουμε τα σιροπιαστά θα πρέπει να μιλήσω για το ραβανί, την καρυδόπιτα, το γαλακτομπούρεκο, τον μπακλαβά και το κανταΐφι, όλα τους με κρατσανιστό φύλλο, μοσχοβολούν βούτυρο εκλεκτό.
Η Στάνη είναι ανοιχτά από τις 6 το πρωί έως αργά το βράδυ κι αν δεν πιάσεις τραπέζι στον πεζόδρομο, θα καθίσεις μέσα ή θα πάρεις πακέτο για το σπίτι. Μπορεί το γιαούρτι –ζαλίζομαι όταν σκέφτομαι το τετράγωνα κομμένο γιαούρτι τσανάκας σερβιρισμένο στο πιάτο, λουσμένο με μέλι και μπόλικα καρύδια- η κρέμα και το ρυζόγαλό της να την έχουν κάνει διάσημη, όμως οι λουκουμάδες της Στάνης είναι πραγματική εμπειρία. Στρουμπουλοί και ροδοκόκκινοι, άλλοτε στρογγυλοί κι άλλοτε με τρύπα στη μέση, αφράτοι εσωτερικά και τραγανοί απ’ έξω. Γεύση μεστή χωρίς να αφήνουν ίχνος λαδίλας, είναι λουσμένοι με καλής ποιότητας μέλι και πασπαλισμένοι με μπόλικη κανέλα. Να τους φάτε επιτόπου σας παρακαλώ, μην τους κλείσετε σε πακέτο γιατί δεν τους αρέσουν τα ταξίδια και δεν θα σας δώσουν το μάξιμουμ της γεύσης τους…
Info: Μαρίκας Κοτοπούλη 10, τηλ.: 2105233637, 2105227451